- αποσπέρα
- κ. -σπέρας κ. -σπερού κ. -σπερίς επίρρ.1. αποβραδίς, απ' το προηγούμενο βράδι2. το βράδι, κατά το βράδι.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
αποσπερίτης — (Αστρον.).Ο πλανήτης Αφροδίτη (βλ. λ.). Ονομάζεται έτσι, όταν φαίνεται μετά τη δύση του Ήλιου. * * * ο [αποσπέρα] ο πλανήτης Έσπερος (Αφροδίτη), που εμφανίζεται πρώτος το βράδυ και εξαφανίζεται τελευταίος το πρωί ως Αυγερινός … Dictionary of Greek